Κυριακή 10 Ιουλίου 2016

Η χερσόνησος του Άθω στην αρχαιότητα και για ποιους ήταν άβατο

Οι αρχαίοι Έλληνες αποίκησαν την χερσόνησο του Άθωνος από τους αρχαίους χρόνους όπου η πρώτη ονομασία ήτο Ακτή. Υπήρχαν οκτώ πόλεις εις την χερσόνησο της Ακτής : το Δίον, η Ολόφυξος, ο Άθως οι Ακροθώοι (σήμερα ευρίσκεται η Μονή Μεγίστης Λαύρας), οι Κλεωνές, η Απολλωνία, η Ουρανούπολη, το Παλαιώριο και η Θυσσός. Ο Ηρόδοτος χαρακτηρίζει τη θάλασσα του Άθωνος «θηριωδεστάτη», διότι κατά το 492π.Χ. εις το σημείο αυτό είχε καταποντίστηκε ολόκληρος ο περσικός στόλος ο οποίος βάδιζε προς την Αθήνα υπό τον Πέρση στρατηγό Μαρδόνιο. Εκεί ο Μαρδόνιος έχασε είκοσι χιλιάδες άνδρες και τριακόσια πλοία. Κατά το διάστημα των Περσικών πολέμων η χερσόνησος απαριθμούσε περί τις δέκα χιλιάδες κατοίκους. Οι οποίοι λάτρευαν την Δήμητρα, την Αφροδίτη, την Αρτέμιδα, τον Απόλλωνα και τον Ασκληπιό.
Και οι οποίοι σύμφωνα με τον Λουκιανό ζούσαν εκατόν τριάντα χρόνια! Πολλοί από αυτούς ήταν Πελασγοί και Ετρούσκοι.

Εις το υψηλότερο σημείο του Άθωνος ευρίσκετο το άγαλμα του Αθώου Διός εξ ου και η ονομασία Άθως, ελέγετο ότι η σκιά του κατά την δύση του ηλίου άγγιζε τη Λήμνο.

Από την μυθολογία μαθαίνουμε ότι το όρος είχε παραχωρηθεί από τον Δία εις την «χρυσόθρονον αγνήν Αρτέμιδα», ο ονομαζόμενος και «Κήπος της Αρτέμιδος».

Ο Παυσανίας [Αρκαδικά 31,8] αναφέρει ότι σε ιερά αφιερωμένα σε θεές επιτρέπετο η είσοδος σε γυναίκες αλλά σε άνδρες μόνο μία φορά τον χρόνο, δηλαδή ήτο άβατον δια τους άνδρες.

[8] τοῦ ναοῦ δὲ τῶν Μεγάλων θεῶν ἐστιν ἱερὸν ἐν δεξιᾷ καὶ Κόρης: λίθου δὲ τὸ ἄγαλμα ποδῶν ὀκτὼ μάλιστα: ταινίαι δὲ ἐπέχουσι διὰ παντὸς τὸ βάθρον. ἐς τοῦτο τὸ ἱερὸν γυναιξὶ μὲν τὸν πάντα ἐστὶν ἔσοδος χρόνον, οἱ δὲ ἄνδρες οὐ πλέον ἢ ἅπαξ κατὰ ἔτος ἕκαστον ἐς αὐτὸ ἐσίασι. γυμνάσιον δὲ τῇ ἀγορᾷ συνεχὲς κατὰ ἡλίου δυσμάς ἐστιν ᾠκοδομημένον.

Όταν το 324μ.Χ. ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος συνέτριψε τον ανταγωνιστή του Λικίνιο και ανακήρυξε τον Χριστιανισμό μόνη επίσημη θρησκεία της Αυτοκρατορίας. Πρώτα λεηλάτησε το Μαντείο του Διδυμαίου Απόλλωνος πλησίον της Μιλήτου, θανατώνοντας με βασανιστήρια όλους τους ιερείς του με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, επειδή είχαν υποστηρίξει τον Λικίνιο και παλαιότερα είχαν εισηγηθεί εις τον Διοκλητιανό να λάβει μέτρα κατά της επεκτάσεως των χριστιανών. Μετά εξαπέλυσε μεγάλο διωγμό εις το ιερό όρος Άθως κατά των Εθνικών καταστρέφοντας όλα τα εκεί ελληνικά Ιερά, τα περισσότερα των οποίων ήσαν της Αρτέμιδος.

Όπως άβατα υπήρχαν και σε άλλες περιπτώσεις όπου άλλοτε ήτο άβατο για τους άνδρες άλλοτε για τις γυναίκες. Όπως οι ακόλουθες περιπτώσεις :

Ως παλαιότερο παράδειγμα μιας τέτοιας απαγορευτικής εντολής μπορεί να θεωρηθεί η αρχαϊκή πέτρα από τον Δελφίνιο: «Θεός είπεν γυναίκας ές τώρακλέος τις είσιέναι». Είναι εξάλλου γνωστό πως δεν μπορούσαν «μη Έλληνες» να λάβουν μέρος ούτε και ως θεατές ακόμη κατά τους μεγάλους ελληνικούς αγώνες. Το άδυτον του παλαιού ναού της Αθηνάς εις την Ακρόπολη δεν επιτρέπτο να πατηθεί από Δωριείς.

Από τον Ηρόδοτο είναι γνωστή η ιστορία του βασιλέως Κλεομένους, ο οποίος θέλησε να μπει εις το «άδυτον τις θεού» όπου η ιέρεια τον σταμάτησε εις την πόρτα λέγοντας του:

[Ηρόδοτος στο 5ο την «Τερψιχόρη» και στο στίχο 72] : «εἶπε “ὦ ξεῖνε Λακεδαιμόνιε, πάλιν χώρεε μηδὲ ἔσιθι ἐς τιςὸ ἱρόν· οὐ γὰρ θεμιτὸν Δωριεῦσι παριέναι ἐνθαῦτα,».. Το γεγονός ότι από ορισμένα ιερά αποκλείοντο ένα φύλο [άντρες ή γυναίκες] οφείλετο στο ότι η λατρεία ήτο προορισμένη αποκλειστικά για το ένα φύλο. Χαρακτηριστική περίπτωση, π.χ., είναι η λατρεία της Δήμητρος, εις την οποία μετείχαν μόνο γυναίκες. Κατά τον ίδιο τρόπο ήταν αυτονόητο ότι εις τα ιερά των μυστηρίων δεν είχαν θέση οι αμύητοι. Στην Ελευσίνα, μάλιστα, ακόμη και οι δούλοι, οι οποίοι έκαναν κάποια δουλειά στην ιερή περιοχή, έπρεπε να είναι μυημένοι.

Σε πολλές περιπτώσεις είναι βατό το άβατον μόνο από ορισμένα πρόσωπα [ιερείς, ικέτες] ή μόνο σε ορισμένο χρόνο, για κείνους που ήτο αρμόδιοι γι αυτό. Το ότι μερικοί ναοί άνοιγαν μόνο σε ορισμένες ευκαιρίες των ετήσιων εορτών δείχνει πως ο αρχαίος ναός δεν προοριζόταν για το κοινό των πιστών, αλλά για τον θεό τον ίδιο. Έτσι, π.χ., το ιερό του Λιμναίου Διονύσου [«έν λίμναις»] εις την Αθήνα άνοιγε και ήτο προσιτό μόνο κατά την εορτή των Χοών [την 12η του Ανθεστηριώνος], το Θεσμοφόριον εις την Αλεξάνδρεια μόνο σε μια ετήσια θυσία ο τάφος της Ιπποδάμειας εις την Ολυμπία ήτο προσιτός μόνο εις τις γυναίκες που πρόσφεραν τις θυσίες. Ο ναός του Άδου εις την Ήλιδα μόνο μια φορά τον χρόνο και τότε μόνο τους ιερείς. Ο ναός της Αρτέμιδος Ευρυνόμης εις την Φιγάλεια μια φορά τον χρόνο, του Διονύσου Λυσίου εις την Θήβα το ίδιο ο ναός της Κόρης εις την Μεγαλόπολη, που ήτο προσιτός εις τις γυναίκες, άνοιγε μια φορά τον χρόνο για τους άντρες κ.λπ. Σε άλλες όμως περιπτώσεις είναι εκείνες που ο ναός ήτο προσιτός πάντοτε και μονάχα εις τους ιερείς ή τους αρμόδιους για την λατρεία, πρόκειται για αυστηρότατη τήρηση ιερότητος του χώρου. Στο άδυτον του ναού του Σωσιπόλεως εις την Ήλιδα μπορούσε να μπει μόνο η ιέρεια που εκτελούσε υπηρεσία, κι αυτή μάλιστα με σκεπασμένο το κεφάλι ή το πρόσωπο. Κάτι παρόμοιο συνέβαινε και με άλλα ιερά, όπως μας αναφέρει ο Παυσανίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μερικά ιερά ήτο απολύτως άβατα. Ο Παυσανίας απαριθμεί 5, όλα [εκτός από τον ναό της Ουρανίας Αφροδίτης εις την Αχαΐα], εις την Αρκαδία: το ιερό του Διός Λυκείου εις το Λύκειον όρος, του ίδιου θεού εις την Μεγαλόπολη, του Ποσειδώνος εις την Μαντινεία και το Τέμενος, που το είχαν οι Μεγάλοι θεοί, εις την Μεγαλόπολη.

Υπάρχουν επιγραφές από την Θήρα. Που περιέχουν μόνο την λέξη «άβατον» [IG XII 3, 45 355]. Μια επιγραφή από την Κω αναφέρει : «Γόν ώρο νόβα τον καθιερώσαι». Στο νεκροταφείο του Δίπυλου εις την Αθήνα υπήρχε ένα άβατον των Τριτοπατόρων, όπως δείχνει και η επιγραφή [IG, Ρ, 870]. Ένα άβατον ακόμη ήτο και ο ιερός χώρος της Επιδαύρου, όπου οι άρρωστοι αντλούσαν θεραπεία. Χώροι, που χτυπούσε ο κεραυνός του Διός. Αφιερώνονταν εις τον θεό και ήτο ιεροί και άβατοι.
Ο «θάλαμος» της κατακεραυνωμένης Σεμέλης ήτο, κατά τον Πλούταρχο, άβατον. Το ίδιο ισχύει και για το σπίτι του Αγαθοκλέους εις τις Συρακούσες. Ο θεός, εις τον οποίο ήτο αφιερωμένοι αυτοί οι κεραυνωμένοι χώροι, ήτο ο Ζευς Καταιβάτης. Βρέθηκαν επίσης ιερές πέτρες αφιερωμένες σ’ αυτόν, η παλαιότερη προέρχεται από την Λακωνία [IG V 1. 1316].

Σε μια επιγραφή, που ευρέθηκε εις το νότιο μέρος της Ακροπόλεως των Αθηνών, χαρακτηρίζεται το μέρος εκείνο: «Διός Καταιβάτου άβατον».
Αλλά και άνθρωποι, χτυπημένοι από τον κεραυνό του Διός, εθάβοντο επί τόπου και ο χώρος εκείνος, ήτο πλέον ιερός και περιφράζετο.

Οι ποινές που επιβάλλοντο σε όσους πατούσαν το άβατον. Γνωστή είναι η περίπτωση του Μιλτιάδου που μας αναφέρει ο Ηρόδοτος εις το 6ο την «Ερατώ», και εις τον στίχο 134 :

«134. ἐς μὲν δὴ τοσοῦτο τοῦ λόγου οἱ πάντες Ἕλληνες λέγουσι, τὸ ἐνθεῦτεν δὲ αὐτοὶ Πάριοι γενέσθαι ὧδε λέγουσι. Μιλτιάδῃ ἀπορέοντι ἐλθεῖν ἐς λόγους αἰχμάλωτον γυναῖκα, ἐοῦσαν μὲν Παρίην γένος, οὔνομα τις οἱ εἶναι Τιμοῦν, εἶναι δὲ ὑποζάκορον τῶν χθονίων θεῶν· ταύτην ἐλθοῦσαν ἐς ὄψιν Μιλτιάδεω συμβουλεῦσαι, εἰ περὶ πολλοῦ ποιέεται Πάρον ἑλεῖν, τὰ ἂν αὐτὴ ὑποθῆται, ταῦτα ποιέειν.

[2] μετὰ δὲ τὴν μὲν ὑποθέσθαι, τὸν δὲ διερχόμενον ἐπὶ τὸν κολωνὸν τὸν πρὸ τῆς πόλιος ἐόντα ἕρκος θεσμοφόρου Δήμητρος ὑπερθορεῖν, οὐ δυνάμενον τὰς θύρας ἀνοῖξαι, ὑπερθορόντα δὲ ἰέναι ἐπὶ τὸ μέγαρον ὅ τι δὴ ποιήσοντα ἐντός, εἴτε κινήσοντά τι τῶν ἀκινήτων εἴτε ὅ τι δή κοτε πρήξοντα· πρὸς τῇσι θύρῃσί τε γενέσθαι καὶ πρόκατε φρίκης αὐτὸν ὑπελθούσης ὀπίσω τὴν αὐτὴν ὁδὸν ἵεσθαι, καταθρώσκοντα δὲ τὴν αἱμασιὴν τὸν μηρὸν σπασθῆναι· οἳ δὲ αὐτὸν τὸ γόνυ προσπταῖσαι λέγουσι».

Αναφέρει ότι κατά την πολιορκία της Πάρου ο Μιλτιάδης ήλθε σε συνεννόηση με μια γυναίκα, που ήτο των χθονίων θεών και που τον συμβούλεψε να την ακούσει, αν θέλει να πάρει το νησί. Όταν ο Μιλτιάδης πήδησε μέσα στο έρκος της Θεομοφόρου Δήμητρος, τον έπιασε φόβος και δεν μπορούσε να κινήσει το πόδι του. Αυτά ήτο η αρχή μιας δυστυχίας για το αμάρτημα να εισχωρήσει εις το άβατο του ναού.

Για το ιερό του Λυκαίου υπάρχει μια σειρά από διηγήσεις για τιμωρίες ανθρώπων, που επάτησαν τον ιερό χώρο. Παρόμοιες πληροφορίες έχουμε και για παραβιάσεις άλλων ιερών.

Τέλος υπήρχε πινακίδα εις την Λήμνο όπου απαγορεύει την είσοδο εις τους μη μυημένους, εις τα Καβείρια μυστήρια. Η αποκάλυψη των τεκταινομένων κατά τη διάρκεια τελέσεως των μυστηρίων επέφερε την ποινή του θανάτου.

Μπροστά εις το άβατο του Ιερού υπήρχε επιγραφή, που την αποκάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη και που απαγόρευε με λιτό αλλά απόλυτο τρόπο, την είσοδο : «Αμύητον μη εισιέναι.»

Ο αρχιμανδρίτης Ανδρέας Αγιορείτης ο οποίος έζησε μία δεκαετία σε Σκήτη εις το Άγιο Όρος αναφέρει ότι ευρέθηκε εκεί νόμισμα με απεικόνιση της θεάς Αρτέμιδος με την επωνυμία «Αγνή»



[«Η αποκάλυψη της αρχαίας Ελληνίδος» - «Η Κατάρριψη των Μύθων» Δρ. Παναγιώτης Κυριακόπουλος, Εκδόσεις Εύανδρος].