Κυριακή 17 Ιουλίου 2016

Ακρωτήρι της Σαντορίνης: H ιστορία ενός μυστικού αρχαίου πολιτισμού

Τον προϊστορικό οικισμό του Ακρωτηρίου στη Σαντορίνη τον κατέστρεψε ο σεισμός που προηγήθηκε λίγα 24ωρα της έκρηξης του ηφαιστείου του νησιού, (περίπου) το 1615 π.Χ. Το μίγμα ηφαιστειακής τέφρας και θηραϊκής γης σκέπασε τα ερείπια μιας ευημερούσας και προηγμένης κοινότητας ανθρώπων- για περισσότερα από 3.500 χρόνια η φωτιά πάγωσε τον χρόνο.

Ακρωτήρι - η θαμμένη πολιτεία


Ο οικισμός αποκαλύφθηκε από την αρχαιολογική σκαπάνη του Σπύρου Μαρινάτου, το 1967. Από τότε το Ακρωτήρι μπορεί να θεωρηθεί σαν ένα ανασκαφικό εγχείρημα εν εξελίξει- τον επόμενο χρόνο θα συμπληρωθούν 50 έτη από την έναρξη των εργασιών και υπολογίζεται πως μόνο το 26% της έκτασης του οικισμού έχει ανασκαφεί μέχρι τα θεμέλια.

Δεν είναι διαφημισμένο αρχαιολογικό τοπόσημο, όπως η Βεργίνα ή οι Μυκήνες- όμως σε αυτήν τη θαμμένη πολιτεία, που επανέρχεται στο φως με μεθοδολογική ακρίβεια και υπομονή, μπορείς ακόμα να αισθανθείς τη ζωή των ανθρώπων του πρώτου πολιτισμού της Ευρώπης. Ακόμα και να τους δεις, στις μοναδικές του τοιχογραφίες.

Από μακριά δεν φαίνεται καν- καμιά επιβλητική ακρόπολη ή ναός, παρά μόνο ένα στέγαστρο δεκάδων στρεμμάτων. Στα πρώτα βήματα, με μερικές πρώτες ματιές τριγύρω, λίγο «αλαφροϊσκιωτος» να είσαι θα ανατριχιάσεις. Κανένα δέος από επιβλητικά μεγαθήρια (ή τερατουργήματα) της ανθρώπινης ιστορίας, σκέτη συγκίνηση- όπως βαδίζεις πλέον σε μια ανθρωποκεντρική πολίχνη της Εποχής του Χαλκού, σε έναν τόπο που κατοικούνταν από την 5η χιλιετία π.Χ.. Ατείχιστος οικισμός- οι κάτοικοι του ζούσαν εν ειρήνη. Κτίρια ιδιωτικά και δημόσια, φτιαγμένα από πελεκητές πέτρες, που για αυτό ο Μαρινάτος ονόμασε «ξεστές»- «Ξεστή 1», «Ξεστή 2» κ.ο.κ.. Σπίτια με πάνω όροφο και παράθυρα, διακοσμημένα με εξαιρετικές τοιχογραφίες, λιθόστρωτοι δρόμοι, δέντρα και ανοικτοί, δημόσιοι χώροι σαν πλατείες. Τα ευρήματα των αγωγών κάτω από το λιθόστρωτο μαρτυρούν κι ένα πολύ καλά αναπτυγμένο αποχετευτικό σύστημα. Ο χώρος που έχει ανασκαφεί πιθανολογείται ότι ήταν το κέντρο του οικισμού, με δημόσιο κτίριο και τα σπίτια της ανώτερης τάξης. «Υποθέτουμε ότι εδώ ήταν το κέντρο- αλλά η πόλη θα πρέπει να είχε και πιο λαϊκές συνοικίες όπου ζούσαν οι μεταλλουργοί, οι τσαγκάρηδες, οι αγγειοπλάστες», λέει ο Χρήστος Ντούμας, ομότιμος καθηγητής προϊστορικής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διευθυντής των ανασκαφών στο Ακρωτήρι από το 1975, μετά τον θάνατο του Μαρινάτου, του οποίου είχε υπάρξει βοηθός. Είμαστε μια ομάδα δημοσιογράφων από όλον τον κόσμο και είμαι σίγουρος πως όλοι οι συνάδελφοι αισθάνθηκαν την τιμή να ξεναγούνται σ’ έναν τόπο τέτοιας ιστορικής σημασίας από έναν άνθρωπο με τόσο μεγάλη γνώση και διαχρονική αφοσίωση σε αυτόν.

«Βλέπουμε την πόλη όπως ήταν ακριβώς μετά το σεισμό και πριν την έκρηξη του ηφαιστείου», λέει ο ίδιος. «Δεν ξέρουμε πως λέγεται- έχουμε διαβάσει σε μια πινακίδα τις συλλαβές Α- ΡΕ- ΣΑ- ΝΑ, αλλά πιθανώς αναφέρεται σε κάτι άλλο. Έχουμε πληροφορίες για την ζωή τους από τις τοιχογραφίες, τα σκεύη, τα υφάσματα και τα αγροτικά προϊόντα, όπως λάδι και κρασί. Στην τελική περίοδο του οικισμού δεν έχουμε τόσο αγρότες, όσο μια κοινότητα εμπόρων. Σε κάθε σπίτι υπήρχε και κάποιο εργαστήριο. Το νησί εξαρτώνταν οικονομικά από τη Μινωική Κρήτη- εξήγαγε εκεί πέτρες και ορυκτά, ενώ εμπορικές επαφές είχε και με την Κύπρο, την Αίγυπτο και άλλες περιοχές της ανατολικής Μεσογείου, όπως μαρτυρούν τα αρχαιολογικά ευρήματα. Έχουν βρεθεί αιγυπτιακά είδη στον οικισμό, αλλά και αναφορές σε αιγυπτιακές πηγές για «νησιώτες στη μέση της θάλασσας», που μάλλον σε αυτούς αναφέρονται.

Σύμφωνα με τον κύριο Ντούμα, μεταξύ του σεισμού και της έκρηξης του ηφαιστείου μεσολάβησε ένα μικρό χρονικό διάστημα, μάλλον λίγων ημερών. Φαίνεται από ενδείξεις σε σημεία του αρχαιολογικού χώρου ότι οι άνθρωποι μετά στον σεισμό επέστρεψαν- «έβγαλαν αντικείμενα από τα σπίτια τους για να τα μεταφέρουν αλλά έγινε η έκρηξη και τα άφησαν εκεί», μας λέει.

Τι απέγιναν οι κάτοικοι της άγνωστης αυτής πόλης;


Όταν το ηφαίστειο εξερράγη φυσούσαν δυτικοί άνεμοι που μετέφεραν τη στάχτη και τα αέρια των αναθυμιάσεων προς τα ανατολικά. Λογικά, με την πρώτη έκρηξη τα συνεργεία και οι ομάδες των ανθρώπων που είχαν ήδη αρχίσει να επισκευάζουν τα σπίτια από τον σεισμό, εκκένωσαν πάλι την πόλη και ενώθηκαν με τον κύριο όγκο του πληθυσμού που θα είχε κατασκηνώσει κάπου κοντά. Το νησί ποτέ δεν εκκενώθηκε- κι αν κάποιοι το αποτόλμησαν σίγουρα πνίγηκαν στην άγρια θαλασσοταραχή. Οι άνθρωποι πρέπει να μετακινήθηκαν απλώς προς τα δυτικά για να αποφύγουν τις στάχτες και τις αναθυμιάσεις- ίσως κάποια στιγμή βρεθούν θαμμένοι σε κάποια δυτική περιοχή του νησιού, κάτω από το ίδιο αμάλγαμα τέφρας και γης.

Στο Ακρωτήρι ο μεγαλύτερος όγκος της δουλειάς παράγεται στο εργαστήριο συντήρησης και αποκατάστασης των τοιχογραφιών. «Πρέπει πρώτα να προστατέψουμε αυτά που βρήκαμε, δε βιάζομαι για άλλα», λέει ο καθηγητής Ντούμας. Μέσα στο εργαστήριο, σε φαρδιά τραπέζια είναι απλωμένα χιλιάδες θραύσματα τοιχογραφιών- δεκαέξι συντηρητές εφοδιασμένοι με σύνεργα κατάλληλα για την λεπτεπίλεπτη εργασία συντήρησης και αποκατάστασής τους- μεγεθυντικούς φακούς, σύρριγες και διαλύματα- κυρίως, όμως, με άπειρη υπομονή, εργάζονται κατά μονάς.

Ο Παναγιώτης Αγγελίδης είναι συντηρητής αρχαιοτήτων με ειδίκευση στις προϊστορικές τοιχογραφίες (frescos)- κι εργάζεται στο Ακρωτήρι 21 χρόνια, τα τελευταία τρία ως υπεύθυνος του εργαστηρίου. «Τα προβλήματα στο εργαστήρι ξεκίνησαν με την κρίση, γύρω στο 2010. Αποκορύφωμα ήταν το 2014, οπότε το εργαστήριο κινδύνεψε να κλείσει. Τα προηγούμενα χρόνια κάποιους μήνες, έστω, λειτουργούσε- το ’14 λειτούργησε με 5 άτομα προσωπικό μόνο για δύο μήνες. Το 2015 ξεκίνησε η αντιστροφή αυτής της πτωτικής πορείας- λειτουργήσαμε για αρκετούς μήνες με χορηγίες του Αριστείδη Αλαφούζου και της εταιρείας Kaspersky. Από τον Φεβρουάριο του 2016 δέκα από τους συντηρητές πληρώνονται από την Kaspersky. Τώρα που έχουμε χρήματα και κόσμο μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα- είμαστε ένα πρότυπο εργαστήριο με συσσωρευμένη εμπειρία και τεχνογνωσία, έρχονται από εργαστήρια και πανεπιστήμια του εξωτερικού για να μας διδάξουν και γρήγορα λένε πως μάλλον εμείς πρέπει να τους επιμορφώσουμε».

Πως ένας Ρώσος ιδιοκτήτης εταιρίας ψηφιακής ασφάλειας έφτασε να χρηματοδοτεί μια από τις σημαντικότερες ελληνικές ανασκαφές

Μαζί με την ομάδα των δημοσιογράφων βρίσκεται ο ίδιος ο Eugene Kaspersky, ιδρυτής της εταιρείας ψηφιακής ασφάλειας Kaspersky και διοργανωτής του δημοσιογραφικού διημέρου που μας έδωσε τη δυνατότητα να γνωρίσουμε τον προϊστορικό οικισμό στο Ακρωτήρι. Ο Kaspersky είναι ένας δυναμικός Ρώσος επιχειρηματίας, εύθυμος και αυθόρμητος άνθρωπος- ή τουλάχιστον μου φάνηκε- που αγαπά την ιστορία και την αρχαιολογία και ανέλαβε σαν οικονομικός χορηγός να ξεκολλήσει το Ακρωτήρι από το τέλμα της ελληνικής κρίσης. «Ερωτεύτηκα την Σαντορίνη 15 χρόνια πριν, σαν απλός επισκέπτης. Τη δεύτερη φορά που επισκέφτηκα το νησί, 11 χρόνια πριν, δεν γινόταν ανασκαφικές εργασίες και ο οικισμός ήταν κλειστός, μη επισκέψιμος. (σημ. το 2005 κατέρρευσε τμήμα του στεγάστρου σκοτώνοντας έναν Βρετανό τουρίστα και ο αρχαιολογικός χώρος παρέμεινε κλειστός μέχρι το 2012). Την τρίτη φορά που επισκέφτηκα το νησί ο αρχαιολογικός χώρος ήταν ανοικτός στο κοινό αλλά ανασκαφές δεν πραγματοποιούνταν», λέει ο ίδιος. Μετά από συζητήσεις με τους συμβούλους και τα στελέχη της εταιρείας, όλοι συμφώνησαν πως το Ακρωτήρι είναι ένα αρχαιολογικό πρότζεκτ που αξίζει να υποστηριχθεί οικονομικά. Οι Ρώσοι προσέγγισαν την Ελληνική Αρχαιολογική Εταιρεία και τον καθηγητή Ντούμα και εκδήλωσαν την πρόθεσή τους να συνδράμουν οικονομικά. «Μας εμπιστεύτηκαν και η ανασκαφή ξεκίνησε πάλι», λέει ο Eugene Kaspersky.

Στα περιθώρια των ενημερώσεων και του συνεδρίου που ακολούθησε ρώτησα τον κύριο Kaspersky για τις πιθανές δυσκολίες που συνάντησε στην επικοινωνία του με το Υπουργείο Πολιτισμού και την ελληνική γραφειοκρατία- με παρέπεμψε στον μανατζερ της εταιρείας που χειρίστηκε το συγκεκριμένο κομμάτι. «Μας ζήτησαν να παρουσιάσουμε ένα συγκεκριμένο πλάνο- από την στιγμή που το κάναμε, όλα κυλησαν όπως σε κάθε ευρωπαϊκό κράτος», μου λέει. «Τώρα θέλουμε να βρούμε κι άλλες εταιρείες που θα συμμετάσχουν ως χορηγοί, χρειάζονται κι άλλοι πόροι», σχολιάζει ο κύριος Kaspersky. Προς το παρόν η ρωσική εταιρεία, εκτός της μισθοδοσίας των δέκα συντηρητών, έχει αναλάβει την χορηγία ενός δεκαμελούς συνεργείου ανασκαφής που εργάζεται στο ακριβές σημείο του οικισμού όπου βρέθηκε ένα από τα πιο σημαντικά ευρήματά του, ένα χρυσό αγαλματίδιο αίγαγρου, όπως και την χρηματοδότηση μιας ομάδας αρχιτεκτόνων (υπό την επιστημονική εποπτεία της κυρίας Κλαίρης Παλυβού, ομότιμης καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ) για την εκπόνηση μελέτης συντήρησης, προστασίας και ανάδειξης των μνημείων εντός του αρχαιολογικού χώρου, την «χαρτογράφηση» των 14 στρεμμάτων της ανασκαφής, όπως η ίδια είπε.

Ο καθηγητής Ντούμας είχε ήδη αναφερθεί στην ελπίδα του να βρεθεί κάποια δίγλωσση πινακίδα στον οικισμό- έστω μια λίστα από κάποια εμπορική συναλλαγή όπου τα εμπορεύματα θα αναγράφονται τόσο στην Γραμμική Α (που χρησιμοποιούνταν από τους νησιώτες αλλά δεν έχει ακόμα «αποκρυπτογραφηθεί») και σε κάποια άλλη, διαβασμένη πλέον, γλώσσα της εποχής, όπως τα αιγυπτιακά. «Τότε, ίσως καταφέρουμε να λύσουμε το μυστήριο και της Γραμμικής Α», λέει ο καθηγητής και αργότερα ο Kaspersky επανέλαβε τα λόγια του. Μπορώ μόνο να φανταστώ την περηφάνεια που θα νιώσει, ο ιδρυτής μιας εταιρείας που ασχολείται με κώδικες λογισμικού το 2016, αν με τη συνδρομή του αποκρυπτογραφηθεί ένας από τους τελευταίους (γλωσσικούς) κώδικες που παραμένουν κλειδωμένοι...

Στο εργαστήριο συντήρησης συναντούμε και τον ζωγράφο Νίκο Σεπετζόγλου, που εργάζεται εκεί από το 2008. «Επεξεργάζομαι τα κομμάτια των τοιχογραφιών που δε συνδέονται μεταξύ τους, προσπαθούμε να προτείνουμε θέσεις και να κάνουμε σχεδιαστική αποκατάσταση. Από τα θραύσματα που βρίσκουμε, συμπληρώνουμε ένα αποσπασματικό παζλ. Είναι μια απολαυστική δουλειά αλλά έχει και μεγάλη ευθύνη γιατί πρέπει να αποκαταστήσουμε την τοιχογραφία στην αυθεντική της μορφή, χωρίς να την επηρεάσουμε. Και η αίσθηση ότι συμμετέχεις στο έργο ενός μεμονωμένου τεχνίτη ή ενός εργαστηρίου χιλιάδων χρόνων πριν, είναι πολύ συγκινητική», λέει ο ίδιος. Η τεχνοτροπία των τοιχογραφιών του Ακρωτηρίου μοιάζει με της Μινωικής Κρήτης αλλά έχουν και τοπικό «ιδίωμα»- π.χ. εδώ το βάθος στις εικόνες είναι λευκό, σαν μια αίσθηση ορίζοντα, ενώ στις κρητικές είναι έντονα χρωματισμένο. Αυτή την περίοδο ο Σεπετζόγλου, μαζί με δέκα συντηρητές έχουν ξεκινήσει να εργάζονται στην αποκατάσταση της μεγάλης τοιχογραφίας που βρέθηκε στο κλιμακοστάσιο της «Ξεστής 4», κτίριο που μάλλον είχε δημόσιο χαρακτήρα. Απεικονίζει μια πομπή την οποία εκτιμάται ότι συνθέτουν 14 παραστάσεις αντρικών μορφών- η συντήρηση των θραυσμάτων που έχουν βρεθεί, η συνέχιση της ανασκαφής για να βρεθούν και τα υπόλοιπα και, τελικά, η αποκατάσταση της τοιχογραφίας θα χρειαστεί αρκετά χρόνια, πέραν της πενταετίας. Τουλάχιστον η Kaspersky, διά στόματος του ιδρυτή της, διαβεβαιώσε πολλάκις ότι θα συνεχίσει να υποστηρίζει οικονομικά το εγχείρημα.

Οι τοιχογραφίες που μένουν στοιβαγμένες στις αποθήκες περιμένοντας ένα μουσείο


Σε μια αίθουσα του εργαστηρίου μεγάλα «τελάρα» τοιχογραφιών, αρκετών τετραγωνικών μέτρων, μας αποκαλύπτονται από τους συντηρητές. Ζωγραφιές όλο χρώμα που αναπαριστούν όπως, ίσως, κανένα γραπτό κείμενο δε θα μπορούσε, τη ζωή στον τόπο και την εποχή των δημιουργών τους. Γεωμετρικά σχέδια, κυρίως με επαναλαμβανομενα σπειροειδή μοτίβα, τοπία, σκηνές της καθημερινής ζωής, τελετουργίες, φυτά, ζώα και άνθρωποι, ακόμα και μυθικά πλάσματα παρέχουν ακομα και στον απλό παρατηρητή τους πλήθος πληροφοριών, από το στυλ κουρέματός τους, μέχρι τη ναυπηγική τους τέχνη. Ο καθηγητής Ντούμας μας εξηγεί τις λεπτομέρειες, όπως ότι το πρόσωπο των ανδρών ρεαλιστικά αποδίδεται κοκκινωπό, από την έκθεσή τους στον ήλιο, ενώ η επιδερμίδα των γυναικών, που παρέμεναν κυρίως στο σπίτι, είναι λευκή. «Ο ρόλος της γυναίκας είναι τονισμένος- μια γυναικεία μορφή μεγάλων διαστάσεων σε σχέση με τις υπόλοιπες μορφές της σύνθεσης, πιθανότατα αναπαριστά κάποια θεά. Τα δύο φύλα φαίνονται τελικά ίσα- αλλά με διακριτούς ρόλους. Οι γυναίκες στο σπίτι μεγάλωναν το παιδιά, ενώ οι άντρες ταξίδευαν και εμπορεύονταν».

Ρωτάω τον συντηρητή Παναγιώτη Αγγελίδη γιατί αυτά τα αριστουργήματα παραμένουν στις αποθήκες. «Για το θέμα της έκθεσης των τοιχογραφιών είναι υπεύθυνο το Υπουργείο Πολιτισμού. Το εργαστήριο μας έχει συντηρήσει και αποκαταστήσει 58 τοιχογραφικές συνθέσεις διαφόρων διαστάσεων- μόνο το 20% από αυτές εκτίθεται στο κοινό, είτε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας, είτε στο μουσείο της προϊστορικής Θύρας. Το υπόλοιπο 80% βρίσκεται στις αποθήκες- τις συντηρούμε και τις φυλάσσουμε μέχρι να έρθει η ώρα να εκτεθούν», μου λέει. «Και ποια θα είναι αυτή η ώρα;», τον ρωτάω. «Όποτε αποφασίσει το ελληνικό κράτος», απαντάει.

«Εκατοντάδες τετραγωνικά μέτρα από τις τοιχογραφίες που αποκάλυψε ο Μαρινάτος περιμένουν να συντηρηθούν. Τμήματα τοιχογραφιών περιμένουν ακόμα στο σκάμα», λέει ο καθηγητής Ντούμας. «Στο εργαστήριο και στις αποθήκες υπάρχουν 5.000 κιβώτια με θραύσματα, τα ίδια τα σπαράγματα των τοιχογραφιών καταλαμβάνουν εκατοντάδες τετραγωνικά μέτρα. Το έδαφος είναι ένα ιστορικό αρχείο, η ανάγνωση του οποίου μόνο με την ανασκαφή επιτυγχάνεται. Αλλά η ανασκαφή είναι εξ ορισμού καταστροφική διαδικασία για ότι προφύλαξε ο χρόνος κάτω από έναν μανδύα ελαφρόπετρας και θηραϊκής γης- μόνο η επιστημονική μεθοδολογία μπορεί να περιορίσει τη ζημιά. Γι’ αυτό δε βιάζομαι στις ανασκαφές- μάλιστα αφότου ανέλαβα το 1975 τη διεύθυνση του έργου, περιόρισα τις ενέργειές μου στη διαχείριση των ευρημάτων, δεκάδων χιλιάδων πήλινων αγγείων και μικροαντικειμένων. Αρχικά είχα υπολογίσει πως θα χρειάζονταν 20 χρόνια, αλλά αποδείχτηκε πως η αποκατάσταση μιας μόνο τοιχογραφικής σύνθεσης μπορεί να χρειαστεί τόσο χρόνο», συμπληρώνει ο ίδιος. Ακούγοντάς τον να εξηγεί τον τρόπο της δουλειάς του, μένεις σίγουρος πως το Ακρωτήρι δε θα έχει ποτέ την τύχη της Κνωσού, η αυθεντικότητα της οποίας ακόμα τελεί υπό αμφισβήτηση σε πολλά κρίσιμα σημεία, μετά τις αυθαίρετες και αντιεπιστημονικές παρεμβάσεις του Σερ Άρθουρ Έβανς. Ο καθηγητής Ντούμας δεν σκοπεύει στην φήμη που τόσο έθελγε τον Βρετανό Σερ Άρθουρ Έβανς που - είναι ο πρώτος που αντιλήφθηκε ότι η ανασκαφική έρευνα του Ακρωτηρίου ξεπερνά σε βάθος χρόνου όχι μόνο τον ίδιο αλλά και όλες τις σημερινές γενιές των ανθρώπων.

«Ας σκεφτούμε αυτούς τους ανθρώπους, μια ευημερούσα κοινότητα που από τη μια στιγμή στην άλλη χάθηκε»

Επιστρέφοντας στην Αθήνα, παρατηρούσα από ψηλά τη Σαντορίνη. Ένας τουριστικός προορισμός παγκόσμιας «κλάσης», με 1.600.000 επισκέπτες την τελευταία χρονιά. Θυμήθηκα την αφήγηση του καθηγητή για τα πρώτα χρόνια των ανασκαφών στη Σαντορίνη στα τέλη της δεκετίας του ’60- όταν στο νησί υπήρχε μόνο μία ταβέρνα, η τοπική φάβα αποτελούσε αναγκαστικά τη βάση μιας λιτής διατροφής των φτωχών νησιωτών αντί για γκουρμέ πρώτο πιάτο και τα γαϊδουράκια ανεβοκατέβαιναν καλντερίμια και ηφαιστειακά εδάφη, δίχως ο κόπος τους να καταβάλλεται ως ύψιστο φετίχ της τουριστικής ανοησίας. Και σκέφτηκα πως η σημερινή Σαντορίνη, παρά την ελληνική κρίση, παραμένει εξαιτίας της σπάνιας ομορφιάς της μια ευημερούσα κοινότητα, διασυνδεμένη με τα πέρατα του κόσμου μέσω αλλεπάλληλων τσάρτερ και πολυτελών γιωτ που διασχίζουν το Γιβραλτάρ για μια κρουαζιέρα στην καλντέρα.


Η Νανώ Μαρινάτου, κόρη του αρχαιολόγου Σπυρίδωνα Μαρινάτου είναι καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις, επικεφαλής του Τμήματος Κλασικών και Μεσογειακών Σπουδών. Ήταν παρούσα σε αυτό το ενημερωτικό διήμερο που οργάνωσε η Kaspersky στο Ακρωτήρι- «Ας σκεφτούμε αυτούς τους ανθρώπους, μια ευημερούσα κοινότητα που από τη μια στιγμή στην άλλη χάθηκε. Ας σκεφτούμε πόσο εύθραυστες είναι οι ανθρώπινες ζωές, όλων μας».


Α. Γαγλίας, The Huffington Post


Πηγή