Σάββατο 5 Μαΐου 2018

Η αρπαγή της «Ηρακλιώτισσας» από την Ελλάδα

Η «Ηρακλιώτισσα» ήρθε στο φως τον Μάρτιο του 1944 από τους Ναζί. Αναπαριστούσε σημαντική προσωπικότητα της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης του 3ου αιώνα μ.Χ. Ταξίδεψε μέχρι την Αυστρία όπου στόλισε τις κατοικίες του Χίτλερ και του Γκέμπελς. Και αποτέλεσε τον πρώτο επαναπατρισμό αρχαιότητας το 1947.

Η ανασκαφή της «Ηρακλιώτισσας» από τους Ναζί


Μάρτιος 1944. Κατά τη διάρκεια ανασκαφών στην Πλατεία Δικαστηρίων Θεσσαλονίκης από τους Ναζί για την κατασκευή ορύγματος, ήρθε στην επιφάνεια ένα υπέρλαμπρο έργο τέχνης της αρχαιότητας.

Ήταν η περίφημη “Ηρακλιώτισσα”, η οποία είχε ύψος 2,11 μέτρα και πήρε το όνομά της από την τεχνική των εργαστηρίων της Ηράκλειας, στην Κάτω Ιταλία.

Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, το ρωμαϊκό γλυπτό αναπαριστούσε σημαντική προσωπικότητα στην κοινωνία της Θεσσαλονίκης, όπως πιθανόν η Βεβία Αλεξάνδρα, αρχιέρεια του 3ου αιώνα μ.Χ.
Ο μακρύς χιτώνας, το πλούσιο ιμάτιο και η εντυπωσιακή κόμμωσή της έδειξαν ότι προέρχεται από αριστοκρατική οικογένεια. Η κορμοστασιά και το πρόσωπό της φανέρωναν την ίδια μεγαλοπρέπεια.

Παρά το γεγονός ότι από τις πρώτες ημέρες της κατοχής οι Ναζί λεηλατούσαν συστηματικά μουσεία, μνημεία, αρχαιολογικούς χώρους και έκαναν λαθρανασκαφές, σε πρώτη φάση δεν προσπάθησαν να κλέψουν το άγαλμα, αλλά το παρέδωσαν στον τότε έφορο αρχαιοτήτων, Στυλιανό Πελεκανίδη.

Για την προσφορά του αγάλματος οργανώθηκε μάλιστα μια εορταστική τελετή στο ρωμαϊκό μνημείο της Ροτόντας, παρουσία ανώτερων γερμανών αξιωματούχων και εκπροσώπων της ελληνικής κυβέρνησης.

Θέλησαν, έτσι, να δείξουν ότι διαφοροποιούνταν από άλλους ξένους αρχαιολόγους, όπως οι Άγγλοι ή οι Αμερικανοί, που λεηλάτησαν πολιτιστικά μνημεία, και προσποιήθηκαν ότι σέβονταν τον ελληνική πολιτιστική κληρονομιά.

Η αρπαγή του γλυπτού από την Ελλάδα


Μια εβδομάδα μετά τη μεγαλόπρεπη τελετή, ένα τηλεγράφημα του Χίτλερ απομάκρυνε το άγαλμα από την Ελλάδα. Το έργο τέχνης μεταφέρθηκε σε στρατιωτική έκθεση, σε μουσείο της Βιέννης.
Σύμφωνα με την αρχαιολόγο – μουσειολόγο του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, κα Ελευθερία Ακριβοπούλου, οι αξιωματικοί του Χίτλερ συνήθιζαν να του στέλνουν καταλόγους με λεηλατημένα έργα τέχνης ως δώρο για τα γενέθλιά του. Είναι άλλωστε γνωστό ότι ο ίδιος ο Χίτλερ φιλοδοξούσε να δημιουργήσει το δικό του μουσείο, στη γενέτειρα του, το Λιντς στην Αυστρία, σε μια προσπάθεια να τη μετατρέψει σε παγκόσμια πολιτιστική πρωτεύουσα.

Η επιστροφή της «αριστοκράτισσας» στη Θεσσαλονίκη


Εξαιτίας των βομβαρδισμών η «αριστοκράτισσα» της Θεσσαλονίκης, όπως ονομάστηκε μόλις ήρθε στην επιφάνεια, μεταφέρθηκε στην έπαυλη του Χίτλερ και αργότερα στην κατοικία του Γκέμπελς.
Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου  ειδικές δυνάμεις του αμερικανικού στρατού βρήκαν το γλυπτό σε εγκαταλελειμμένο αλατωρυχείο στο Μπαντ Άουζε, στις Αυστριακές Άλπεις.

Το 1945 το άγαλμα μεταφέρθηκε στην Κεντρική Μονάδα Συγκέντρωσης Έργων του Μονάχου μαζί με δεκάδες άλλα λεηλατημένα έργα τέχνης, όπως «το τέμπλο της Γάνδης» του Γιαν βαν Άικ και «η Μαντόνα της Μπρυζ» του Μικελάντζελο. Έπειτα από ενέργειες του τότε έφορου Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης, Στ. Πελεκανίδη, η «Ηρακλιώτισσα» επέστρεψε τελικά στη Θεσσαλονίκη το 1947.

Η επιστροφή του αγάλματος στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε πολύ πριν από την υπογραφή της Διεθνούς Σύμβασης της Χάγης το 1954, η οποία προστατεύει πολιτιστικά αγαθά σε περιπτώσεις πολέμου. Το 1970 η Σύμβαση της «UNESCO» οριοθέτησε το εμπόριο αρχαιοτήτων, με την απαγόρευση αγοράς αρχαιοτήτων άγνωστης προέλευσης.


Το άγαλμα ενός Ναζί


Ο επίλογος της σύγχρονης ιστορίας της «Ηρακλιώτισσας» γράφτηκε κάπως απρόσμενα όπως διηγήθηκε η κα Ακριβοπούλου. Μερικά χρόνια πριν, ο γιος ενός γερμανού στρατιώτη που συμμετείχε στην εκσκαφή του γλυπτού επισκέφτηκε το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Κρατούσε μια φωτογραφία της «Ηρακλιώτισσας» και ζητούσε να δει «το άγαλμα του πατέρα του».

Οι ιστορίες του πατέρα του είχαν περιοριστεί μόνο στην ανασκαφή της «Ηρακλιώτισσας» και στις γλαφυρές περιγραφές της πόλης που έζησε. Δεν του είχε πει τίποτα για τον πόλεμο, το ολοκαύτωμα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης και τη χυδαιότητα του Μπρούνερ στη συμπρωτεύουσα. Ο 80χρονος άντρας, περήφανος για τον πατέρα του, που βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη την περίοδο του πολέμου, έδειχνε να αγνοεί τα στοιχεία που του παρουσίασε η αρχαιολόγος για την αληθινή ιστορία του γλυπτού.

«Είναι απίστευτο», είπε, «Δεν τα γνώριζα όλα αυτά. Έχετε τόσα στοιχεία. Θα το επέστρεφαν όμως, έτσι δεν είναι; Ήταν ο πόλεμος. Μάλλον δεν θα μπόρεσαν» και άφησε την αρχαιολόγο να αναρωτιέται πόσα γνώριζε στ’ αλήθεια και πόσα δεν θέλησε να της πει.

Σήμερα η «Ηρακλιώτισσα» εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.



* Πληροφορίες αντλήθηκαν από το άρθρο της αρχαιολόγου,Ελευθερίας Ακριβοπούλου, «Στα ίχνη ενός αγάλματος: Από τη φωτογραφία στο αντικείμενο» που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Σύγχρονα Θέματα», Ιανουάριος- Ιούνιος 2016, τεύχος 132-133.



Πηγή