Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

Πρωτο-Ελλαδική γραφή του 5500 π.Χ Τι απέγινε το εύρημα που αποδεικνύει την ύπαρξη της;

Σπάνια ευρήματα ανακαλύφθηκαν στη σπηλιά του Κύκλωπα, που βρίσκεται στο νησί Γιούρα των Βορείων Σποράδων, στη διάρκεια πολύμηνης ανασκαφικής έρευνας που διενήργησε η Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας Νότιας Ελλάδος, με επικεφαλής τον κ. Αδαμάντιο Σάμψων, καθηγητή προϊστορικής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου. Ο ερευνητικός άθλος της ομάδας, που τόλμησε να προσεγγίσει το θρυλικό σπήλαιο κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, απέφερε καρπούς που μεταφράζονται σε εκπληκτικά ευρήματα, τα οποία εκτείνονται από την προϊστορική περίοδο, φτάνοντας έως τα Ρωμαϊκά και Βυζαντινά χρόνια.

Το συγκεκριμένο σπήλαιο, που χρησιμοποιήθηκε 11.000 χρόνια πριν, διερευνήθηκε από το 1992 έως το 1996, αποκαλύπτοντας τα μυστικά που έκρυβε επί πολλούς αιώνες. Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν πλήθος κεραμικών υψηλής αισθητικής, εργαλεία από πέτρα και οστά ζώων, κοσμήματα φτιαγμένα από θαλασσινά όστρακα και δεκάδες ακόμη αντικείμενα, που αποτελούν τεκμήρια του μακρινού παρελθόντος.

Το σπήλαιο βρίσκεται στη νότια πλευρά του νησιού, έχει μήκος 50 μέτρα, πλάτος 40 μ. και ύψος 15 μ., ενώ το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του είναι ότι γίνεται βαραθρώδες καθώς προχωράει κανείς στο εσωτερικό του, με αποτέλεσμα να καθίσταται επικίνδυνη η προσέγγιση. Οι όποιες δυσκολίες, ωστόσο, δεν πτόησαν την ερευνητική ομάδα.

Οι ανασκαφές επεκτάθηκαν «κυρίως στην πρώτη αίθουσα, πολύ κοντά στην είσοδο, όπου υπάρχει μεγάλη πυκνότητα κατοίκησης, ενώ στο εσωτερικό του, η έρευνα απέδωσε λίγα δείγματα χρήσης κατά την κλασική, ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο. Ιδιαίτερα οι ρωμαϊκοί χρόνοι (1ος-2ος αι. μ.Χ.) αντιπροσωπεύονται από πλούσια ευρήματα σε όλους τους χώρους του σπηλαίου, και κυρίως λύχνους, που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τη συγκεκριμένη περίοδο, το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως χώρος λατρείας» επισημαίνει ο κ. Σάμψων.

Μοναδικά ευρήματα


Τα σημαντικά ευρήματα που αποκαλύφθηκαν συμπληρώνουν το παζλ των πληροφοριών που αφορούν στη νεολιθική περίοδο (6500-4000 π.Χ.) καθώς εκτείνονται από την αρχαιότερη, μέση και στο πρώιμο τμήμα της νεότερης νεολιθικής. Στη συγκεκριμένη περίοδο ανάγεται η γραπτή κεραμική που έχει βρεθεί, η οποία στη μέση νεολιθική περίοδο φτάνει σε «ύψιστη τελειότητα» όπως υπογραμμίζει ο επικεφαλής της έρευνας.

Έκπληξη προκάλεσαν, εξάλλου, στους αρχαιολόγους τα θραύσματα είκοσι περίπου αγγείων που βρέθηκαν στο εσωτερικό του σπηλαίου, τα οποία είχαν διακοσμητικά θέματα επηρεασμένα από την υφαντική και σύμφωνα με την επισήμανση του καθηγητή προϊστορικής αρχαιολογίας «δημιουργήθηκαν κατά πάσα πιθανότητα από γυναικεία χέρια σε τοπικό εργαστήριο». Στη νεότερη νεολιθική περίοδο η χρήση του σπηλαίου έγινε πιο εντατική και οι άνθρωποι ασχολούνταν περισσότερο με την κτηνοτροφία, όπως δείχνουν άλλωστε τα πολυάριθμα οστά ζώων που έχουν βρεθεί.

Το μεγαλύτερο όμως ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα βαθύτερα στρώματα, στις τομές που ανοίχθηκαν κοντά στην είσοδο, που ανήκουν στη μεσολιθική εποχή και χρονολογούνται από την 9η έως την 7η χιλιετία π.Χ. «Πρόκειται για επάλληλα δάπεδα κατοίκησης, πάνω στα οποία βρέθηκαν εστίες και υπολείμματα τροφών, που συνίστανται σε εκατοντάδες χιλιάδες οστά ζώων, πουλιών και κυρίως ψαριών, ενώ επίσης βρέθηκαν τεράστιες ποσότητες θαλάσσιων οστρέων και σαλιγκαριών», σημειώνει ο ερευνητής του σπηλαίου. Τα συγκεκριμένα ευρήματα είναι πολύ σημαντικά, διότι φωτίζουν μια εποχή που για πρώτη φορά δείχνει το πρόσωπό της, στον χώρο του Αιγαίου.

Ανάμεσα στα άλλα ευρήματα ξεχωρίζουν τα αγκίστρια, 45 περίπου, διαφόρων μεγεθών, που όμοιά τους δεν έχουν ξαναβρεθεί μέχρι σήμερα στον ελλαδικό χώρο. Επίσης βρέθηκαν κοσμήματα από όστρακα, πεταλίδες που είχαν μετατραπεί σε κουτάλια, καθώς και πλήθος από λίθινα και οστέινα εργαλεία. Το τμήμα ανθρώπινου κρανίου που βρέθηκε στα βαθύτερα στρώματα της ανασκαφής ανήκει, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, σε γυναίκα ηλικίας 65-70 ετών και θεωρείται σπάνιο φαινόμενο αν αναλογιστεί κανείς ότι ήταν χαμηλός ο μέσος όρος ζωής.


Αλιείς και ναυτικοί


Τα δεδομένα που προέκυψαν από την καθ’ όλα γόνιμη έρευνα στο σπήλαιο του Κύκλωπα δείχνουν ότι πριν από 11.000 χρόνια, οι ένοικοι του σπηλαίου εκτός από το κυνήγι ασχολούνταν συστηματικά με τη συλλογή θαλάσσιων οστρέων και το ψάρεμα. Επίσης η παρουσία εργαλείων από οψιανό της Μήλου, στα μεσολιθικά στρώματα, δείχνει ότι είχε αναπτυχθεί η ναυσιπλοΐα και η θαλάσσια επικοινωνία μεταξύ των διαφόρων περιοχών. Οι μετέπειτα έρευνες τα τελευταία 15 χρόνια από τον ίδιο ερευνητή έχουν δείξει ότι ο νησιωτικός αυτός μεσολιθικός πολιτισμός επεκτείνεται σε όλο το Αιγαίο.

Οι ανασκαφές των τελευταίων χρόνων στο μεσολιθικό οικισμό του Μαρουλά της Κύθνου, στο Κεραμέ της Ικαρίας και οι επιφανειακές έρευνες στη Νάξο και στη Χάλκη της Δωδεκανήσου αποκαλύπτουν έναν δραστήριο πληθυσμό που δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην αλιεία και στις θαλάσσιες μετακινήσεις.

Σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα, εξάγεται το συμπέρασμα ότι το σπήλαιο του Κύκλωπα αποτελεί μια από τις αρχαιότερες, μέχρι στιγμής, θέσεις του νησιωτικού Αιγαίου. Όσο για τα αποτελέσματα της έρευνας απέσπασαν δικαιολογημένα το ενδιαφέρον της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας και μάλιστα πρόσφατα εκδόθηκε και δεύτερος τόμος στην Αμερική, για το συγκεκριμένο σπήλαιο.

Μέρος των ευρημάτων που περιλαμβάνουν τμήματα αγγείων, διάφορα μικροαντικείμενα, οστά ζώων και θαλάσσια όστρεα φυλάσσονται στις αποθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Βόλου και στις προθέσεις των ιθυνόντων είναι να παρουσιαστούν μελλοντικά στο κοινό, στο πλαίσιο περιοδικής έκθεσης στην ειδική αίθουσα του Μουσείου, ενώ άλλα ευρήματα βρίσκονται στην Εφορεία Σπηλαιολογίας. Στη διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας έχουν πραγματοποιηθεί δεκάδες δημοσιεύσεις σχετικά με το μοναδικό αυτό εύρημα, που αποκαλύπτει, χάρη σε μια τολμηρή ερευνητική προσπάθεια, τα δεδομένα που επικρατούσαν χιλιάδες χρόνια πριν.

Ο αρχαιολόγος Αδ. Σάμψων μιλά στον Γιώργο Λεκάκη για την τύχη του ευρήματός του, ενός όστρακου με γραφή του 5500 π.Χ., που βρήκε σε ανασκαφή του στα Γιούρα Β. Σποράδων.





Πηγή